Κυριακή, 19 Μαΐου, 2024

Κεντρική Ελλάδα

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΕΓΚΥΡΗ ΚΑΙ ΕΓΚΑΙΡΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ

ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

To Variety αποθεώνει την ταινία “Animal” της Σοφίας Εξάρχου

Η ταινία συμπαραγωγής της ΕΡΤ «Animal» έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο φεστιβάλ του Locarno κερδίζοντας μάλιστα βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας για τη Δήμητρα Βλαγκοπούλου. Η Δήμητρα Βλαγκοπούλου μάλιστα συμπρωταγωνιστούσε και στην ταινία που έφυγε με το μέγα βραβείο, το «Touched» στο πλευρό της Αγγελικής Παπούλια και του Σταύρου Ζαφείρη που επίσης βραβεύτηκε στην ίδια διοργάνωση.

Η Τζέσικα Κιανγκ στην ενθουσιώδη κριτική της [που θα αποδίδαμε ελεύθερα τον υπότιτλο ως «ένα συγκινητικό πορτραίτο ζωής κάπου ανάμεσα στις πούλιες / στολίδια […] σε ένα ελληνικό θέρετρο»] εξέθεσε αρκετές από τις σκέψεις της. 

Το ελληνικό ξενοδοχείο στο οποίο λαμβάνει χώρα το γεμάτο ένταση και μελαγχολικό «κτήνος/ζώο» [Ελεύθερη απόδοση του τίτλου της ταινίας], σε σκηνοθεσία Σοφίας Εξάρχου δεν μοιάζει με τον ιδανικό προορισμός διακοπών κανενός. Η παραλία είναι αμμώδης αλλά σε καμία περίπτωση χρυσή. Ο ουρανός είναι χαμηλός και γκρίζος. Οι επισκέπτες είναι [κυρίως] μεγαλύτερα ζευγάρια και ενοχλητικές οικογένειες — αλληθινοί χαρακτήρες που αναζητούν μερικές εβδομάδες μη απαιτητικής ψυχαγωγίας με περιορισμένο προϋπολογισμό που δεν τους επιτρέπει να κάνουν πολυτελείς [διακοπές]. Περιδιαβαίνοντας στο ξενοδοχείο Mirage κάποια χαρακτήρας του «White Lotus» θα στραμπουλούσε τη φτέρνα της τόσο νευραλγικά που θα κινδύνευε να σπάσει τη Manolo [γόβα της]».

Στη συνέχεια περιγράφει την καθημερινότητά τους από την οπτική της κάμερας, δηλαδή του θεατή: «Οι επισκέπτες […] έρχονται και φεύγουν. Το απρόσκοπτο βλέμμα της -πάντα σε κίνηση-, φορητής κάμερας της Monika lenczewska είναι σταθερά προσηλωμένο στο εποχιακό προσωπικό ψυχαγωγίας. Οι άνδρες και οι γυναίκες που παρέχουν καθημερινές υπηρεσίες για τους τουρίστες που επέλεξαν το all-inclusive πακέτο, έχουν την αυτοοργανωμένη συντροφικότητα ενός «θίασου τσίρκου»: Εξασκούνται αρχικά στις χορευτικές τους ρουτίνες καθώς τα κοστούμια τους αλλάζουν χέρια ολημερίς· διοργανώνουν παιχνίδια μπίνγκο δίπλα στην πισίνα και συνεδρίες αερόβιας γυμναστικής σε υγρό στοιχείο κατά τη διάρκεια της ημέρας, και στη συνέχεια το βράδυ συμμετέχουν σε ένα κάποιο καμπαρέ. Τίποτα δεν είναι πολύ έντονο ή ριψοκίνδυνο, αλλά [δυστυχώς] επιβάλλεται λίγο ψεύτο-φιλικό φλερτ με τους παραθεριστές». Παρακάτω θα συνεχίσει αναφερόμενη και πάλι στα αέναα πλάνα μακράς διάρκειας και υψηλής έντασης: «Η νευρικότητα της κάμερας, […] δημιουργεί στιβαρή ένταση που αντικατοπτρίζει τον τρόπο με τον οποίο κυλά η ζωή της Κάλια (σ.σ. παρακάτω υπάρχει εκτενής αναφορά στο πρόσωπό της), σε στιγμές που προσπαθεί να αφεθεί ολοκληρωτικά, ενόσω οι εβδομάδες… περνούν σε στιγμή».

Η περιγραφή της συνεχίζεται τώρα εστιασμένη στη ζωή των διασκεδαστών, εκτός του ασφυκτικού ωραρίο τους: «Στην πορεία, κατευθύνονται στο κέντρο της πόλης, όπου οι χορευτές χαρίζουν τη δική τους λάμψη σε περιστασιακή βάση σε τοπικά κλαμπ, […] συμμετέχοντας τόσο στον ηδονισμό μαζί με τους τουρίστες, με ρίψεις αφρού […]. Αυτός είναι ο βιωμένος τρόπος ζωής τους που [είναι], ίσως και ευχάριστος, όταν βρίσκονται στα είκοσι τους, για [περιορισμένο διάστημα] μιας ή και δύο σεζόν. Η εξαίρεση είναι η χορεύτρια Κάλια (η βραβευμένη στο Φεστιβάλ Λοκάρνο για την καθηλωτική της ερμηνεία Δήμητρα Βλαγκοπούλου) που επιστρέφει για την ένατη χρονιά […]. «Μην ξεχνάτε να χαμογελάτε!» θυμίζει τους νεότερους ομολόγους της καθώς τους διδάσκει την χορογραφία της βραδινής Ζούμπα».

Σε άλλο σημείο του κειμένου της εκθειάζει το ένστικτο και την αντίληψη της πρωταγωνίστριας σε σχέση με την ηρωίδα της: «Η Βλαγκοπούλου παίζει τόσο καλά με τις αναλαμπές αυτογνωσίας της Καλίας και της τεράστιας θλίψης της, με αποκορύφωμα την πιο τραγική ερμηνεία καραόκε του όταν ερμηνεύει το «Yes Sir, I Can Boogie»[…]. Είναι ένα τρομερά εύθραυστο τέλος σε μια ταινία για τα εύθραυστα αντίο[…]».

Η Τζέσικα Κιανγκ αναγνωρίζει το επίτευγμα της σκηνοθέτι: «Η Εξάρχου, (μετά το «Παρκ» του 2016 στην οποία πρωταγωνίστησε και η Βλαγοπούλου), στη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία της, γοητεύεται από τη σωματικότητα της Καλίας, όχι με λυσσαλέο τρόπο, αλλά μάλλον [τη χρησιμοποιεί] ως όχημα για να δείξει την αρχή της σωματικής φθοράς, σε μώλωπες που δεν επουλώνονται τόσο γρήγορα όσο παλιά, και ταλαιπωρημένα, πολύ συχνά βαμμένα μαλλιά που πρέπει να φουντώσουν με φτηνά extensions. H αδύνατη και νευρώδης Κάλια είναι μόνο μια μέτρια ταλαντούχα ερμηνεύτρια […] που αγαπά αυτό που κάνει. Πράγματι, όσο ενοχλητικές και αν είναι οι ρουτίνες ή η σιχαμένα ποπ μουσική, υπάρχει μια ειλικρίνεια στη δέσμευση του θιάσου για την εκτέλεση που είναι αξιαγάπητη, και αυτό κάνει ακόμα πιο αισθητή την απογοήτευση της Καλία σχετικά με το πόσο ακόμα θα παραμείνει σε αυτή τη ζωή και κατάσταση».

Με αναφορές στις πιθανές επιρροές της σκηνοθέτι, ερμηνεύει την ουσία της κεντρικής ηρωίδας: «Παρόλο, που στη σχέση της Κάλιας με τη Εύα (άλλη ηρωίδα της ταινίας), υπάρχουν αποχρώσεις από τις ταινίες «Hustlers» και «Burlesque» ή ακόμα και από το «Showgirls», η Κάλια βρίσκεται σε ενδιάμεσο στάδιο ωρίμανσης και αφέλειας, αλλά έχοντας ελάχιστα να επιδείξει από τα χρόνια εμπειρίας της, […] καταλήγει μέντορας. Κατά κάποιο τρόπο, φέρει μια συγγένεια με τον χαρακτήρα της Μαρίσα Τόμεϊ στον «Παλαιστή» — μια γυναίκα που η δουλειά της βασίζεται στο σώμα της και ξαφνικά αντιμετωπίζει την αναξιοπιστία του σώματός της· μια γυναίκα της οποίας οι μόνοι πραγματικοί ανταγωνιστές είναι η παραπαίουσα εικόνα του εαυτού της και ο ίδιος ο χρόνος».

Το απόσταγμα της αίσθησης της για την ταινία, συνοψίζεται στην παρακάτω φράση: «το πάρτι [της ταινίας] μπορεί να τελειώνει, αλλά η παράσταση πρέπει να συνεχιστεί».

www.ertnews.gr

Διαβάστε περισσότερα… Read More